Η ιστορική και η κοινωνιολογική επιστήμη διδάσκουν, ότι η αίσθηση του ανήκειν σε μία εθνική ενότητα είναι ισχυροτάτη. Ιδίως εάν εμπεριέχει και μια γλωσσική, πολιτιστική και θρησκευτική αναφορά αποτελεί μια από τις θεμελιώδεις βάσεις της αυτοθεώρησης του εγώ. Για πολύ μεγάλα τμήματα των πληθυσμών η εθνική ταυτότητα προσφέρει την αίσθηση της ομοιότητας, αλληλοκατανόησης, αλληλοϋποστήριξης, υπαρξιακής συνέχειας και προορισμού. Παράγει δηλαδή ένα συνεχές συναίσθημα ασφάλειας και ελπίδας. Η ανάδυση τέτοιων συναισθημάτων κατακλύζει και προσδιορίζει την σκέψη και συμπεριφορά. Δημιουργεί δηλαδή βασικά γνωσιακά πλαίσια, τα οποία καθοδηγούν αξιακές εκτιμήσεις και αποφάσεις άρα και την εξέλιξη της ζωής. Θέτει, παραδείγματος χάριν, με σαφήνεια τρόπους παιδείας, ανατροφής των παιδιών, άρα και μορφοποίησης της προσωπικότητάς τους. Επηρεάζει δηλαδή καθοριστικά το μέλλον τους.
Εν ολίγοις, η αίσθηση της εθνικής ταυτότητας συνιστά δομικό στοιχείο αυτοσυνείδησης του υποκειμένου και ο οιοσδήποτε τραυματισμός της παράγει βασικά αρνητικά συναισθήματα απειλής, κινδύνου, δυσφορίας και θυμού. Το συναισθηματικό αυτό πλήγμα είναι τόσο καίριο, που δεν αντιρροπίζεται από λογικές ερμηνείες, προσεγγίσεις και σχεδιασμούς περί άλλων συνεπαγομένων οφελειών. Δεν αντισταθμίζεται. Μία απλή επισκόπηση της ιστορίας των νεωτέρων χρόνων νομίζω, επιβεβαιώνει του λόγου το αληθές.
Όταν συγκρούονται δηλαδή δύο εθνικές αυτοθεωρήσεις, δεν υπάρχουν δύο κερδισμένοι. Υπάρχουν δύο χαμένοι ή ένας χαμένος και ο νικητής.
Εν προκειμένω ο χαμένος είμαστε προς το παρόν μόνον εμείς.
Για όλους μας, απανταχού και πάντοτε, η έννοια του Μακεδόνος ήταν αυτονοήτως αναπόσπαστο στοιχείο του πλάτους της έννοιας του Έλληνος. Η ύπαρξη μιας συμφωνίας που πλήττει αυτήν την βεβαιότητα μας, είναι τραύμα βαθύ και ήττα. Δεν θεραπεύεται με υπόσχεσεις περί οικονομικής ανάπτυξης και άλλα φληναφήματα.
Ο μόνος τρόπος θεραπείας είναι η πλήρης δικαίωσή μας εις βάρος τους.
Το ζήτημά μας φυσικά εν προκειμένω δεν είναι η απειλητικότης των Σκοπίων καθ´ εαυτή. Το κρατίδιο μόνο του δεν έχει ούτε την οικονομική, πολλώ δε μάλλον την στρατιωτική ισχύ, να μας δημιουργήσει οιασδήποτε φύσεως πρόβλημα. Η επίσημος όμως αναγνώριση των Βουλγάρων αυτής της περιοχής και του παρεφθαρμένου βουλγαρικού γλωσσικού τους ιδιώματος ως ξεχωριστής εθνότητος και γλώσσης και δη με σφετερισμό ελληνικών χαρακτηριστικών δημιουργεί νέες συνθήκες. Κατ´ αρχήν κανείς σφετερισμός δεν μπορεί, να είναι φιλικός. Η αντιπαλότητα, που αναπτύσσεται, δίνει την δυνατότητα στην Τουρκία και στην διαχρονικά και διακομματικά ανθελληνική αλβανική ηγεσία, να επιδιώξουν την δημιουργία ασφυκτικού κλοιού στον Βορρά μας.
Η Ελλάς πρέπει, να ακολουθεί μία εξωτερική πολιτική πυγμής έναντι της Τουρκίας, της Αλβανίας και των Σκοπίων. Πρέπει, να καταστεί προς όλες τις κατευθύνσεις απολύτως σαφές , ότι πρόκειται περί καθεστώτων με προβληματική λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών. Η πρόσβασή τους κατά συνέπειαν σε σύγχρονους υπερεθνικούς θεσμούς όπως το ΝΑΤΟ και- ιδίως- η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει, να αποτραπεί πάση θυσία μέχρις πλήρους εκσυγχρονισμού τους.