headerDecor

Άρθρο: Πως η Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίσει την Τούρκικη Τζιχάντ

Γραφείο Τύπου, Νέα
11 Αυγούστου 2020

Οι στόχοι του Ερντογάν και η απάντηση της Ελλάδας. Άρθρο στη Voria.gr του βουλευτή Β΄Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας, Δημήτρη Βαρτζόπουλου.

Η πρόοδος των βιολογικών επιστημών έχει αποδείξει το απολύτως αληθές της εννοίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ακυρώσει πλήρως τον πολιτισμικό σχετικισμό. Κοσμοθεωρίες, που δεν υιοθετούν το ισότιμο της υπάρξεως, αντίκεινται στον φυσικό νόμο. Αυτονόητος στόχος λοιπόν κάθε ελλόγου πολιτικής, άξιας του ορισμού, είναι η απόκρουση, με στόχο την εξαφάνιση, αυτών των, απαξιωτικών του ανθρώπινου, θρησκευτικών και ιδεολογικών κατασκευασμάτων. Το πρόβλημα είναι, ότι η αυταρχική δόμηση των κοινωνιών, που προκύπτουν από την υιοθέτησή τους, εν συνδυασμώ με τις τελεολογικές τους υποσχέσεις, προσφέρουν σε φανατικές προσωπικότητες πρόσφορο έδαφος ένταξης και ανάδειξης σε αυτές. Η εμμονή, η δεινότητα και η αυτοθυσία των προσωπικοτήτων αυτού του τύπου εξηγούν την διάδοση και ανθεκτική επιτυχία των αυταρχικών κοσμοθεωριών.

Μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, όλα αυτά ισχύουν κυρίως για τον μουσουλμανισμό. Η συνύπαρξη του Ισλάμ με πολιτεύματα αστικής Δημοκρατίας είναι αδύνατος. Και τούτο διότι «η ισλαμική θρησκεία απορρίπτει ευθέως όλα τα δικαιώματα του ανθρώπου δυτικού τύπου, όπως ομοφώνως δέχθηκε και το Δικαστήριο του Στρασβούργου με την απόφαση Refah Partisi v. Turquie (2003), η οποία έκρινε ότι το κείμενο της Charia είναι τελείως ασυμβίβαστο με το περιεχόμενο της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου» (βλ Π.Ι. Παραράς «Καθημερινή» 5/7/2020).

Τούτα τα γενικά εμάς μας αφορούν φυσικά λόγω της γείτονος. Η Τουρκία είναι πλέον ένα κράτος με σαφή ισλαμικό χαρακτήρα. Μετά την επικράτηση του «Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης» υπάρχει ένας συνεχής εξαιρετικά επιθετικός εξισλαμισμός του εκπαιδευτικού συστήματος, των κοινωνικών δρώμενων και όλης της Διοίκησης ( βλ Α.Συρίγος «Καθημερινή» 20/7/2020 «Αυτό, που μεγαλώνει δίπλα μας»).

Όπως κάθε ηγέτης αυτού του βεληνεκούς και ψυχοσυνθέσεως, ο Ερντογάν κινείται αυστηρά σε μια προσωπική υπαρξιακή προοπτική. Επιδιώκει τη δημιουργία ενός μεγάλου σουνιτικού κράτους με διεθνή εμβέλεια, κατ´ ουσίαν την επανίδρυση του οθωμανικού Χαλιφάτου, αφήνοντας έτσι ανεξίτηλα το πέρασμά του στην Ιστορία. Ιδίως μετά την εμπειρία του οιονεί πραξικοπήματος, και δεδομένης της ηλικίας, των προβλημάτων υγείας και του ορατού τέλους της πορείας, η πολιτική του έχει αποκτήσει πλέον τα χαρακτηριστικά τζιχάντ. Τα χαρακτηριστικά αυτά αποκλείουν κάθε συμβιβασμό.

Οι Τούρκοι γνωρίζουν, ότι μια πραγματική διαπραγμάτευση, είτε διμερής είτε δια διαιτησίας, θα καταλήξει μάλλον σε προσπάθεια από πλευράς τους περιορισμού των περιοχών, όπου θα επεκταθούν τα ελληνικά χωρικά ύδατα στα 12νμ, παρά σε μείωση του ποσοστού επήρειας του Καστελλόριζου. Οι υπηρεσίες τους έχουν άλλωστε πλήρη εικόνα της ελληνικής κοινής γνώμης και των ανυπάρκτων δυνατοτήτων υποχωρήσεως κάθε ελληνικής Κυβερνήσεως, είτε της Αριστεράς είτε -πολλώ δε μάλλον- της Κεντροδεξιάς.

Σκοπός του Ερντογάν δεν είναι η επιδίωξη πρακτικού κυριαρχικού αποτελέσματος στην Αν. Μεσόγειο, όπως κατάφερε σε Εγγύς και Μέση Ανατολή, Λιβύη και Καύκασο. Στόχος της «Γαλάζιας Πατρίδας» είναι η τζιχάντ καθ´ εαυτή, που θα εμποδίσει Ελλάδα και Κύπρο να ασκήσουν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα και θα διαιωνίσει την υστεροφημία του ιδίου ως πραγματικού Χαλίφη. Άρα θα μπεί σε ανατολίτικο παζάρι προκαλώντας αυξομειώσεις της εντάσεως καταγγέλοντας μας για αδιαλλαξία και εκτοξεύοντας κατά καιρούς άσφαιρα πυρά. Εκτός και εάν -αισθανόμενος εξαιρετικά σίγουρος ή εξαιρετικά στριμωγμένος- παρεκτραπεί και το προσωποπαγές καθεστώς του δεν μπορέσει, να τον συγκρατήσει. Τότε τα πυρά θα είναι δυστυχώς πραγματικά.

Τι κάνουμε εμείς;

Το θέμα λοιπόν είναι, τι κάνουμε εμείς. Κατ´ αρχάς η συμφωνία που επιτύχαμε με την Αίγυπτο ακυρώνει de jure και de facto το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Τούτο εξαγριώνει βέβαια την τουρκική πλευρά, η οποία, δεδομένης της συνεχιζόμενης διαπραγμάτευσης μας με την Αίγυπτο, θα προσπαθεί συνεχώς, να διατηρεί την πάσης φύσεως, διπλωματική και στρατιωτική, ένταση περί το Καστελλόριζο.

Παρά ταύτα και προς διατήρηση της έξωθεν καλής μαρτυρίας δεν είναι δυνατόν και σώφρον, να φαίνεται, ότι αποφεύγουμε τον διάλογο με τους γείτονες. Άλλωστε, όπως λέγει και ο Α. Διακόπουλος, Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Πρωθυπουργού, η διαδικασία του διαλόγου είναι κάτι διαφορετικό από την διαπραγμάτευση («Καθημερινή» 2/8/2020 ). Άρα λοιπόν διαλεγόμεθα comme il faut έχοντας φυσικά πλήρη επίγνωση του γεγονότος, ότι δεν πρόκειται, να οδηγηθούμε πουθενά. Δεν πρόκειται, να τα βρούμε και να ησυχάσουμε ποτέ, όσο υπάρχει αυτό το ισλαμικό καθεστώτος δίπλα.

Η κατάρρευση του θεοκρατικού αυταρχισμού και η αποκατάσταση της κοσμικής δημοκρατίας στην Τουρκία είναι εξ αντικειμένου ο στρατηγικός στόχος. Τούτο δεν είναι απλό, αλλά δεν είναι και ανέφικτο. Θα συμβεί ούτως ή άλλως αυτομάτως μετά την φυσική αποχώρηση του Ερντογάν. Μπορεί, βέβαια, η αποχώρηση αυτή να επιταχυνθεί ουσιαστικώς. Εάν η πολιτική μας τον εξωθεί συνεχώς σε προκλητικές παρανομίες είναι δυνατόν η ΕΕ ιδίως μετά την αλλαγή ηγεσίας στην Γερμανία τον Δεκέμβριο, να αποφασίσει επιτέλους καίριες, εκτεταμένες άρα και αποτελεσματικές κυρώσεις.

Είναι αυτονόητο βέβαια ότι ο δημοκράτης διάδοχος του θα υπερασπίσει σθεναρά τα εθνικά τουρκικά συμφέροντα. Η διαπραγμάτευση μαζί του θα έχει όμως εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα από την σημερινή αντιπαράθεση με ένα θρησκόληπτο φανατικό μεγαλοϊδεατισμό.

Μέχρι τότε εξοπλιζόμεθα και διατηρούμε ενεργό την προσοχή του κόσμου στην περιοχή. Όσον αφορά το πρώτο, θα ήταν πράγματι ευχής έργο, να λάβει -παρά τις όποιες δυσκολίες- σάρκα και οστά η αμυντική συμφωνία με την Γαλλία. Η ενιαία ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική πρέπει, να στηριχθεί και με αυτόν τον τρόπο.

Η διατήρηση της εγρήγορσης της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης αποτελεί βασική μας τακτική. Τούτο είναι δυνατόν να γίνει με επίκληση εξόφθαλμων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ευρωπαϊκού δικαίου, τομείς δηλαδή ιδιαίτερης ευαισθητοποίησης της. Πχ:

  • Με απόφαση του το 2018 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου καταδίκασε ομόφωνα την Ελλάδα για την υποχρεωτική υπαγωγή των μουσουλμάνων πολιτών της στη σαρία αναφέροντας, ότι η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, που έχει ρύθμιση προς τούτο. Η τότε Κυβέρνηση θεώρησε, ότι ο Ν 4511/2018, που προβλέπει προαιρετική υπαγωγή, καλύπτει το θέμα ( βλ και ΠΔ 52/2019) . Τούτο φυσικά είναι λάθος. Έστω και οικειοθελής παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν νοείται. Πολιτισμικός σχετικισμός, είπαμε, δεν υφίσταται. Η απόφαση του ΕΔΔΑ πρέπει, να ενσωματωθεί στο ελληνικό δίκαιο και η σαρία να απαγορευθεί. Η αντίδραση της τουρκικής πλευράς, ιδίως οι δράσεις της ψευτομουφτείας και του τουρκικού προξενείου Κομοτηνής, που θα ακολουθήσουν, θα δώσουν εξαιρετική ευκαιρία, να αναδείξουμε την πραγματική φύση του τουρκικού καθεστώτος.
  • Οι Τούρκοι αλιείς περιφρονούντες κάθε σχετική ευρωπαϊκή οδηγία προκαλούν εκτεταμένη και ανεπανόρθωτο καταστροφή των αλιευμάτων και του φυσικού περιβάλλοντος στο Αιγαίο, πράγμα ευκολότατα αποδεικνυόμενο. Ζητώντας ως εκ τούτου άμεση καταγγελία της αλιευτικής συμβάσεως ΕΕ-Τουρκίας του 1990, θα καταστεί δυνατή η εφαρμογή της Απόφασης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου 170/83 για ανακήρυξη αλιευτικής ζώνης 12 νμ.

Τούτα ως πρόγευση των μελλουμένων.

Άρθρο μου στο «VORIA.gr»