Είχα ακούσει, τον γνώριζα βέβαια αλλά όχι ιδιαίτερα καλά, για ένα νέο τότε επιστήμονα, λαϊκής καταγωγής (όχι κολλέγια και τέτοια δηλαδή), που με το σπαθί του είχε καταφέρει, να πάρει διευθυντική θέση σε μία από τις Εταιρείες του Δημοσίου , που είχαν εμπλακεί στην υπόθεση της Μονής. Η εμπλοκή αυτή τον τσάκισε. Χρόνια έτρεχε σε ανακριτές, τα κόστη των δικηγόρων απίστευτα, οι νέοι εργοδότες δύσπιστοι, η δίκη τον κατέτρεχε, του διέλυσε τη ζωή.
Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον τρόμο στα μάτια και την φωνή δύο φίλων μου υφυπουργών, που είχαν έλθει υπηρεσιακά «ξώφαλτσα» σε επαφή με το θέμα, όταν μου περιέγραφαν την αγριότητα των ανακριτών και -κυρίως- την απίστευτη δυσκολία, να αποδείξεις, ότι δεν είσαι ελέφαντας.
Ήδη αναλίσκονται τόνοι μελάνης ελεεινολογώντας τον κανιβαλισμό των μέσων, τη σταύρωση αθώων. Όλοι λένε, ότι θα πρέπει πλέον, να είμαστε προσεκτικοί, να διϋλίζουμε αυτά, που ακούμε, να μη δίδεται υπερβολική δημοσιότητα, χωρίς τουλάχιστον επαρκείς ενδείξεις κλπ κλπ. Απολύτως καλοπροαίρετα όλα αυτά, όσο και απολύτως αφελή. Να τα κάνουμε όλα αυτά, καμμία αντίρρηση, αλλά με τις ζώες, που καταστράφηκαν, τι γίνεται;
Όλοι πλέον γνωρίζουμε, ότι τα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας αποτελούν διεθνώς επιχειρήσεις, η λειτουργία των οποίων διέπεται από καθαρά οικονομικούς όρους και οι όποιες αποφάσεις λαμβάνονται βάσει πιθανολογήσεων κερδών και απωλειών. Μπορεί βέβαια σε κοινωνίες με «υστερικό» τρόπο λειτουργίας της δημοσίας ζωής , όπως η δική μας, της λατινικής Αμερικής κοκ, όλα αυτά τα φαινόμενα να εμφανίζονται καθ´ υπερβολή, παντού όμως, σε όλα τα μήκη και πλάτη, η σκανδαλολογία πλέον πουλά, είναι κερδοφόρος, άρα αήττητος.
Πράγματι αήττητος; υπάρχουν αλήθεια business χωρίς πιθανότητα χασούρας;
Στην Ελλάδα προφανώς υπάρχουν: Έβλεπα την επομένη της αποφάσεως τον άνθρωπο, που, κατ´ εντολή βέβαια του εργοδότη του, τα ξεκίνησε όλα αυτά, να χαζογελά σε ένα πρωϊνάδικο , σαν να μη συμβαίνει τίποτε. Φυσικά! Είναι προφανές, ότι για αυτούς η κατάσταση είναι απολύτως win- win. Εάν η απόφαση ήταν καταδικαστική, θα είχαν δικαιωθεί, τώρα που είναι αθωωτική, δεν χάνουν τίποτε.
Αυτό όμως δηλοί, ότι στην χώρα μας η λειτουργία των ΜΜΕ δεν ακολουθεί τους στοιχειώδεις κανόνες του επιχειρείν. Όταν σκανδαλολογούν, πάντοτε κερδίζουν, δεν αντιμετωπίζουν ποτέ την πιθανότητα ζημειών. Άρα είναι ανεξέλεγκτα. Άρα η αγορά δεν λειτουργεί σωστά.
Σκεφτείτε τι θα είχε συμβεί, εάν μετά την ανακάλυψη του «σκανδάλου» οι θιγόμενοι είχαν χρησιμοποιήσει εξειδικευμένα νομικά γραφεία και είχαν εκκινήσει αγωγές συνδεδεμένες με την δικαστικές εξελίξεις. Η αθωωτική απόφαση θα είχε ήδη σφραγίσει την ανάγκη αποζημιώσεων πολλών δεκάδων εκατομυρίων, άρα και την έναρξη της πτωχευτικής διαδικασίας για την συγκεκριμένη επιχείρησή ΜΜΕ. Θα την είχε κυριολεκτικά συνθλίψει. Και θα προσέφερε φυσικά στους παθόντες στοιχειώδη ικανοποίηση.
Αντίστοιχα παραδείγματα στην Εσπερία αυτονοήτως πολλά! Η τεχνογνωσία δεδομένη. Αν θέλουμε λοιπόν, να αποτρέψουμε παρόμοια φαινόμενα στο μέλλον, η λύση είναι μόνο μία: η δημιουργία και εδώ πιθανότητος σοβαρών απωλειών για αυτόν, που «ήρξατο χειρών αδίκων». Όσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος καταστροφής του, τόσο προσεκτικότερος θα είναι ο οιοσδήποτε λιβελογράφος.
Πέραν αυτών των πρακτικών θεμάτων, δεν μπορώ, να αντισταθώ στον πειρασμό, να εξομολογηθώ μερικές, καθαρά βέβαια θεωρητικές μου, απορίες :
Η ομόφωνη αθωωτική απόφαση με εισήγηση μάλιστα της εισαγγελέως, δεν σημαίνει, ότι η έλλειψη ενοχοποιητικών ενδείξεων στην δικογραφία «έβγαζε μάτι»; ποίος ο λόγος λοιπόν η όλη αυτή υπόθεση, να φθάσει στο ακροατήριο; Μήπως αυτό είναι ενδεικτικό ευθυνοφοβικών νοοτροπιών; Ποια είναι εν προκειμένω τα συγκριτικά στατιστικά στοιχεία για τον αριθμό των υποθέσεων, που εν τέλει καταλήγει στο ακροατήριο, εδώ και έξω; η ικανότης, να ολοκληρώνεται μία υπόθεση στο προανακριτικό ή ανακριτικό στάδιο, αποδεικνυομένη με αριθμούς, αποτελεί άραγε κριτήριο αξιολογήσεως των δικαστικών λειτουργών;